-
1 мясной
-
2 мясной
мясн||о́йприл μέ κρέας, ἀπό κρέας:\мяснойой суп ἡ κρεατόσουπα· \мяснойо́й бульон ὁ ζωμός κρέατος· \мяснойая лавка τό χασάπικο, τό κρεοπωλεῖο[ν]. -
3 суп
супм ἡ σούπα:вегетарианский \суп ἡ χορτόσουπα· куриный \суп ἡ κοτόσουπα· мясной \суп ἡ κρεατόσουπα. -
4 мясной
επ.κρεάτινος με κρέας•-ые ко-тлты κεφτέδες με κρέας•
мясной пирог κρεατόπιτα•
мясной магазин κρεοπωλείο•
мясной суп κρεατόσουπα•
мясной скот ζώα για κρέας.
ουσ. θ. -ая κρεοπωλείο.ουσ. ουδ. -бе φαγητό με κρέας. -
5 селянка
-
6 суп
-а (-у), πλθ. супы α. η σούπα•рыбный суп ψαρόσουπα•
суп из овощей λαχανόσουπα•
мясной суп κρεατόσουπα•
вегетарианский суп χορτόσουπα.
См. также в других словарях:
κρεατόσουπα — η σούπα με ζωμό κρέατος … Dictionary of Greek
κρε(ο)- — και κρεατ(ο) (AM κρε[ο] και κρεω , Α και κρεα και κρεη και κρειο ) α συνθετικό λέξεων τής Ελληνικής που ανάγεται στη λ. κρέας και έχει την έννοια ότι αυτό που δηλώνεται από το β συνθετικό είτε αναφέρεται στο κρέας (κρεωνομώ, κρεωβορία) είτε… … Dictionary of Greek
Σλοβακία — Η Σλοβακία βρίσκεται στην καρδιά της Ευρώπης, στα ανατολικά της Τσεχίας. Συνορεύει με την Πολωνία στα Β, με την Ουκρανία στα Α, με την Ουγγαρία στα Ν και με την Αυστρία στα Δ.Μέχρι το 1993 η Σλοβακία αποτελούσε με την Τσεχία το ενιαίο κράτος της… … Dictionary of Greek